Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Το Athens Print Fest «χαράσσει» νέους δρόμους στον πολιτισμό!

Γράφει η Χριστίνα Ν. Χαραλαμποπούλου
Διεθνολόγος


2ο Διεθνές Φεστιβάλ Χαρακτικής και Εκτυπώσεων
«Εδώ, η φαντασία δεν αποτελεί (δια)φυγή από την πραγματικότητα, αλλά διεισδυτική πρόβλεψή της που περιλαμβάνει την αποδοχή του ανέλεγκτου, της αμφιβολίας, καθώς και την αναγκαιότητα προσαρμοστικότητας και συνεχούς διαπραγμάτευσης. Γίνεται τρόπος γνώσης και δράσης, όπου η θεωρία, η πράξη και η φιλοσοφία της ύπαρξης, συνδυάζονται. Απέναντι στην τεχνοκρατία, η λελογισμένη δημιουργικότητα», Φλοράνς Χρηστάκη μέλος του Δ.Σ. Της Ε.Ε.Χ.
Μία σημαντική γιορτή του πολιτισμού λαμβάνει χώρα αυτές τις ημέρες στην πόλη μας, το Athens Print Fest, με τίτλο Plan B. Το άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα αποτελεί γέννημα της σύμπραξης του Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (Ο.Π.Α.Ν.Δ.Α.) και της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών που έχουν αναλάβει την διοργάνωση. Το Φεστιβάλ γίνεται με την υποστήριξη του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού καθώς και της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών-Αττικής. Επίσης, τελεί υπό την αιγίδα της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την UNESCO. Το φεστιβάλ λαμβάνει χώρα από την 1η έως και τις 28 Οκτωβρίου. Το Φεστιβάλ περιλαμβάνει εκθέσεις, παρουσιάσεις, ομιλίες, εκπαιδευτικά προγράμματα και ανοικτά εργαστήρια καλλιτεχνών. Στα πλαίσια του Print Fest παρουσιάζονται πάνω από 500 έργα διακεκριμένων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών. Οι εκθέσεις είναι διάσπαρτες σε όλες τις γωνιές της Αθήνας τις οποίες αξίζει κανείς να ανακαλύψει εξαπολύοντας ένα δημιουργικό κυνήγι πολιτισμού.
Πληθώρα φορέων δίνουν το ενεργό παρόν στο φεστιβάλ, όπως το Ανοιχτό Εργαστήριο του Δήμου Νίκαιας - Α. Ι. Ρέντη, Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, Ίδρυμα Άγγελου και Λητώς Κατακουζηνού, Ίδρυμα Ευαγγέλου Αβέρωφ - (Στοά Τοσίτσα), Μέγαρο Εϋνάρδου (Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας - MΙΕΤ), Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών - Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία, Νομισματικό Μουσείο, Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία) (Στοά του Βιβλίου), Χώρος Τέχνης και Δράσης Βρυσάκη κ.ά.
Η κύρια διοργάνωση έγινε στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας το οποίο βρίσκεται στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου και εκεί εκθέτουν οι καλλιτέχνες της Ένωσης Χαρακτών, με θέμα τους, το πώς βλέπουν ένα εναλλακτικό σχέδιο, ένα plan B.
Ο Δήμαρχος Αθηναίων, Γιώργος Καμίνης, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αυτό το Φεστιβάλ μας φέρνει πιο κοντά στην μαγεία της Χαρακτικής Τέχνης. Η ιδιαιτερότητά της σε σχέση με άλλες μορφές τέχνης βρίσκεται στις λεπτές ισορροπίες του σχεδίου και του χρώματος, της τεχνικής και της χρήσης των υλικών, στη λιτότητα και την οικονομία. Η χαρακτική είναι αυστηρή τέχνη και η δημιουργικότητα των καλλιτεχνών δίνει πλούσια και ιδιαιτέρως ποιητικά εικαστικά αποτελέσματα. Το κοινό της Αθήνας θα έχει την ευκαιρία μέσα από το εύρος και την ποικιλία των έργων να ανακαλύψει νέους τρόπους όρασης και ερμηνείας του κόσμου. Να αντιληφθεί ότι τα προβλήματα δεν έχουν πάντα μόνο μία λύση και αυτό νομίζω πως είναι κάτι σημαντικό για την εποχή που ζούμε. Ας αφεθούμε, λοιπόν, στη φαντασία των καλλιτεχνών να μας ταξιδέψουν».
O Nίκος Σταυρακαντωνάκης ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών, διατυπώνει με τη σειρά του τα εξής: «Με θέμα το Πλάνο Β, το Φεστιβάλ προσπαθεί όχι μόνο να αποτυπώσει τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει κανείς για να πετύχει ένα συγκεκριμένο στόχο, αλλά και όλους εκείνους τους απρόοπτους, απρόβλεπτους και προβληματικούς παράγοντες, που ενδέχεται να μας αναγκάσουν να δεχτούμε μια εναλλακτική λύση».

«Συνίστημι»: Μία έκθεση με αφετηρία τον χώρο του αρχαίου Νεκροταφείου του Κεραμεικού.
 2.printfest
Η καλλιτέχνιδα Δήμητρα Κουμαντάκη στην εγκατάστασή της στην έκθεση Συνίστημι στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων στα πλαίσια του δεύτερου Print Fest.

Στα πλαίσια του Φεστιβάλ φιλοξενήθηκε και η ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα και αισθητικά άρτια έκθεση της Δήμητρας Κουμαντάκη και της Μαρίνας Μαραβελάκη με τίτλο «Συνίστημι» η οποία έκλεισε τις πόρτες της στο κοινό στις 20 Οκτωβρίου. Με μεγάλη μας χαρά η κ. Κουμαντάκη μίλησε στην Social Activism Αθηνών και μας εξηγεί την προέλευση της ονομασίας της έκθεσής τους: «Έχουμε κάνει δύο εγκαταστάσεις με χαρακτικά που έχουν να κάνουν με το θέμα του θανάτου, διότι όλη μας η έμπνευση αντλήθηκε από το αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού. Μέσα από αυτό τον προβληματισμό μας κάναμε αυτές τις εγκαταστάσεις στην αυλή του Συλλόγου των Ελλήνων Αρχαιολόγων. Η έκθεση αυτή έχει την ονομασία «συνίστημι» που σημαίνει «στήνω μαζί», και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο δώσαμε αυτό τον τίτλο επειδή, ναι μεν στήσαμε μαζί ως συνάδελφοι τώρα, αλλά με την αναφορά μας στις επιτύμβιες στήλες που αφορούν τους νεκρούς που κείτονται στο αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού. Και οι δύο προσεγγίσαμε αυτό το θέμα με διαφορετικό εικαστικά τρόπο».
Σχετικά με την εικαστική προσέγγιση του θέματος του θανάτου, η κ. Κουμαντάκη διατυπώνει τα εξής:
«Η μεν Μαρίνα Μαραβελάκη είδε το θέμα του θανάτου και περιέγραψε την κάθοδο στον Άδη ως κατοικία των νεκρών βασιζόμενη στα κείμενα που υπάρχουν για τον Άδη. Χώρισε σε επίπεδα τον Άδη από την μία τα Τάρταρα και από την άλλη τα Ιλίσια πεδία όπου πάνε οι ψυχές των αγαθών. Προσέγγισε το θέμα με τον οβολό που πρέπει να μπει στο στόμα του νεκρού για να τον οδηγήσει ο ψυχοπομπός στον Άδη. Όλα αυτά προσδόθηκαν με τυπώματα πάνω σε ακτινογραφίες σε συνδυασμό με κατασκευές από ακτινογραφίες». Η εγκατάσταση της κυρίας Μαραβελάκη αποτελείται από τρία μέρη: τους τάφους, την είσοδο στον κάτω κόσμο όπου παίρνεις έναν οβολό με σκοπό να δανειστείς μια ψυχή και την κατοικία των νεκρών. Ακολουθώντας το μονοπάτι διασχίζεις τον ποταμό Αχέρωντα.
 3.sinistimi-29    4.sinistimi-61
«Άδης – η Κατοικία των νεκρών» Στιγμιότυπα από την κατασκευή της κ. Μαρίνας Μαραβελάκη.

Η εικαστική ματιά της κ. Κουμαντάκη περιλαμβάνει την πίστη των αρχαίων Ελλήνων που θεωρούσε ότι οι πεταλούδες είναι ψυχές των νεκρών γι´ αυτό και οι πεταλούδες ονομάζονταν ψυχές. Συνήθιζαν να τοποθετούν χρυσαφιές πεταλούδες στους τάφους, συμβολίζοντας το θεό Ερμή ως ψυχοπομπό. Την πεταλούδα την ονόμαζαν και σκώληκα ή καμπή, ενώ τη χρυσαλλίδα, το επόμενο, δηλαδή, στάδιο μεταμόρφωσης από την κάμπια, νεκύδαλλο, που σημαίνει περίβλημα νεκρού.
 5.DSCN6336
  
6.sinistimi-68Στιγμιότυπα από την κατασκευή της κ. Δήμητρας Κουμαντάκη.

«Όσον αφορά το δικό μου κομμάτι, το αντιμετώπισα υπό άλλο πρίσμα. Ο συμβολισμός της ψυχής από τότε μέχρι σήμερα είναι η πεταλούδα. Άρα, η πεταλούδα ήταν το κυρίως θέμα, δηλαδή το αιώνιο σύμβολο της ψυχής, το οποίο μπορεί να μεταμορφώνεται μετά από κάποιες διαδικασίες τις οποίες προσπάθησα να απεικονίσω, κυρίως συμβολίζοντας την ιστορία ότι ο άνθρωπος ως κάμπια, η ψυχή ως κάμπια έχει αυτό το ενδιαφέρον της τροφής, της επιβίωσης. Στη συνέχεια, όμως, όταν κλείνει ο κύκλος, μπαίνει σε ένα καβούκι που λέγεται νεκύδαλλος και ουσιαστικά συμβολίζει το θάνατο. Μετά από κάποιες διαδικασίες, αυτή η κάμπια που κλείστηκε σε αυτό το κουκούλι γίνεται πεταλούδα και πετάει ελεύθερα στον αέρα. Αυτή τη μεταμορφωτική δραστηριότητα προσπάθησα να αποδώσω καθώς και την ανάγκη ύπαρξης του κύκλου που είναι ο κύκλος της ζωής και του θανάτου όπου όλα μαζί συνενώνονται σε αυτή την κατάσταση γιατί το ένα διαδέχεται το άλλο και ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο ενώνουμε και το θέμα μας με το Πλάνο Β του φεστιβάλ χαρακτικής και εκτυπώσεων. Όλα είναι σε μία ροή και γίνονται σε κύκλους».

Το Πρόγραμμα του Print Fest

Ποια μπορεί να είναι η αντίδραση της διασκέδασης στην κρίση;

Γράφει η Κωνσταντίνα Μαντζαβρά,
Πολιτικός επιστήμονας
Στον αντίποδα του υλισμού, της καταναλωτικής μανίας, της τεχνοκρατίας, της χρηματοθηρίας, της υποκρισίας και της καταπιεστικής ηθικής που επιβάλλει η κυρίαρχη κουλτούρα, αντιπροτείνουμε μια διαφορετική φιλοσοφία – στάση ζωής που θα βασίζεται στην αυθεντικότητα, στη συλλογική – αντικαταναλωτική δημιουργία, στην αγάπη για τη φύση, στην αυτογνωσία και αυτονομία.
Συλλογικά πικ-νικ, δανεισμός βιβλίων, διασκέδαση στο σπίτι αλλά και μετακίνηση με ποδήλατο, αποτελούν εναλλακτικούς και δωρεάν τρόπους διασκέδασης που κερδίζουν ολοένα και περισσότερους οπαδούς..
Μία πρόταση για δημιουργία ενός «κοινωνικού πάρτι»:
Δεν θα ήταν δημιουργική και ενδιαφέρουσα η συνάντηση ενός συνεταιριστικού πικ-νικ με μια συλλογική κουβέντα στην Πνύκα της Αθήνας; Ας σκεφτούμε πόσο ο συγκεκριμένος χώρος εμπνέει για την ανάπτυξη μιας φιλοσοφικής, πολιτικής και κοινωνικής κουβέντας και αν βέβαια η παρέα είναι «ορεξάτη», εκτός από φαΐ, και για κουβέντα και δημιουργία…η συνάντηση σίγουρα θα πάρει «αρχαίες» διαστάσεις!
Μέσα σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, η πνευματικότητα, η ορθή κρίση αλλά και το πνεύμα της συλλογικότητας – συνδιαμόρφωσης, αποτελούν απαραίτητα εφόδια για τους συμμετέχοντες. Γιατί για να γνωρίσουμε τον κόσμο, αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό, πρέπει να εγκαταλήψουμε τη θέση του εξωτερικού παρατηρητή, να γίνουμε ένα με τον κόσμο και να ενωθούμε με τη φύση στην ολότητά της, αντί βέβαια να πειραματιζόμαστε μαζί της για εκμεταλλευτικούς σκοπούς.
Πρόκειται για μια προσπάθεια πολιτιστικής αναβάθμισης και ανανέωσης του ηθικού - αξιακού πεδίου. Αναζητά μια πνευματικότητα που εναντιώνεται στην δυτική πειθαρχία και στο καπιταλιστικό πρότυπο ζωής ενώ θεραπεύει και ξεπερνά παράλληλα τις αδυναμίες της αστικής δημοκρατίας.
Lunch Street Party
Το “Lunch Street Party” είναι μια ομάδα που διοργανώνει συγκεντρώσεις σε διάφορα μέρη της Αθήνας, όπου μπορεί να παρευρεθεί ο καθένας. Συμμετέχουν άνθρωποι όλων των ηλικιών και ουσιαστικά αναβιώνουν τον θεσμό του πικ-νικ. Εφοδιαζόμαστε με φαγητό, μαχαιροπίρουνα, ποτά, παιχνίδια και βέβαια με καλή διάθεση…για να πάρουμε μέρος σε ένα υπαίθριο πάρτι!
Άλλοι πάλι προτιμούν να διοργανώνουν υπαίθρια πάρτι μαζί με την παρέα τους σε πλατείες,κοντινά αλσύλλια, ή παραλίες. Μάλιστα, πολλοί είναι και αυτοί που διοργανώνουν μονοήμερες εκδρομές με τα καλαθάκια των φαγητών τους σε κοντινούς προορισμούς της Αθήνας.
Book Crossing
Το “book Crossing” είναι ο κόσμος στον οποίο τα βιβλία ταξιδεύουν ελεύθερα, δηλαδή οι κάτοχοί τους τα αφήνουν σε κάποιο δημόσιο χώρο, όπου θα τα βρει ο επόμενος αναγνώστης τους, θα τα διαβάσει και θα τ’ αφήσει με τη σειρά του ώστε να τα βρει ο επόμενος.Έτσι δεν χρειάζεται να αγοράσουμε το βιβλίο που θέλουμε, αρκεί να μπούμε στη σελίδα του bookCrossing, να εγγραφούμε, να βρούμε το βιβλίο που επιθυμούμε και να δούμε πότε και πού θα «απελευθερωθεί».
Η ιδέα ξεκίνησε από την Αμερική και τα μέλη της αποτελούν μια παγκόσμια κοινότητα ανταλλαγής βιβλίων. Η ελληνική κοινότητα αριθμεί 5.000 μέλη, που συναντιόνται κάθε χρόνο, μιλούν για τα βιβλία και γνωρίζονται.
Cocooning
Cocooning”, ή αλλιώς το να προτιμά κανείς να μένει σπίτι του και να διασκεδάζει με την παρέα του, έχει ήδη κερδίσει έδαφος σε αντίθεση με τις καθημερινές βόλτες στις καφετέρειες και στα κλαμπ, που κυριαρχούσαν τα προηγούμενα χρόνια.
Οι δύσκολες οικονομικές καταστάσεις που βιώνουμε, η πεσμένη ψυχολογία καθώς και το χειμωνιάτικο σκηνικό, ωθούν τους περισσότερους από μας να αναζητούν στο σπίτι τη χαλάρωση, την ηρεμία αλλά και τη διασκέδαση. Οι παρέες λοιπόν μεταφέρονται στο σπίτι, οι καναπέδες γεμίζουν και το κέφι ξεκινά. Στις επιλογές για διασκέδαση στο σπίτι συμπεριλαμβάνονται σίγουρα τα επιτραπέζια, η προβολή ταινιών, το μαγείρεμα αλλά και τα καθιερωμένα πάρτι.
Ποδήλατο
Έχουν αρχίσει και κατακλύζουν τους δρόμους οι ποδηλάτες, οι οποίοι αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς. Όλο και περισσότεροι αποχωρίζονται τα αυτοκίνητά τους όχι μόνο για να πάνε βόλτες αλλά και για να μετακινηθούν προς τη δουλειά τους. Χωρίς άγχος για το τι ώρα θα φτάσουν, για το που θα παρκάρουν και για τα έξοδα της βενζίνης, οι ποδηλάτες μετακινούνται καθημερινά στην πόλη.
Το κόστος της αγοράς ενός ποδηλάτου ποικίλλει, ανάλογα βέβαια με την ποιότητα. Υπάρχουν ποδήλατα που «σπάνε» σε δύο ή τέσσερα κομμάτια και μπορείς να τα μεταφέρεις παντού, ακόμα και στο μετρό. Μάλιστα,η Αθήνα βρίσκεται εν αναμονή του συστήματος δανεισμού ποδηλάτων στο κέντρο της πόλης, για το οποίο έχει δεσμευθεί ο δήμαρχος Αθηνών, κ. Καμίνης. Προγράμματα ποδηλάτων δημόσιας χρήσης λειτουργούν εδώ και χρόνια και με μεγάλη επιτυχία σε Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Αυστρία, Ολλανδία, Αμερική, Καναδά, Κίνα, καθως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και Παγκοσμίως.
Η οικονομική και κυρίως η αξιακή κρίση, οι μειώσεις μισθών, η ανεργία μας ωθούν να στραφούμε σε είδη διασκέδασης, που είχαμε παραμερίσει. Στο χέρι μας είναι να διαλέξουμε τι ταιριάζει σ’ εμάς και να το ακολουθήσουμε!



Πηγές:


Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου: Μία εξερεύνηση στο παρελθόν της Αθήνας

Γράφει η Γεωργία Κεραμάρη, Δημοσιογράφος
Τα εγκαίνια του Μουσείου

Το δικό τους νοερό «ταξίδι» στη βιομηχανική εποχή του 19ου αιώνα μπορούν να κάνουν οι Αθηναίοι πολίτες. Η πόλη εγκαινιάζει, την Κυριακή 27 Ιανουαρίου και ώρα 10.00 με 18.00, το πρώτο «Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου». Πρόκειται για ένα ακόμη έργο και δραστηριότητα που αναπτύσεται στο χώρο της «Τεχνόπολης» του Δήμου Αθηναίων.
Το παλιό εργοστάσιο φωταερίου ανοίγει τις πύλες του για το κοινό. Τριάντα περίπου χρόνια μετά το κλείσιμο του το εργοστάσιο αξιοποιείται ως ένα «βιομηχανικό μουσείο» απαράμιλλης αρχιτεκτονικής, ίσως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στον κόσμο. Η «Τεχνόπολη» αναδεικνύεται πλέον τόσο ως πολύδύναμος χώρος πολιτιστικών και καλλιτεχνικών γεγονότων όσο και ως το πρώτο «Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου».
Οι επισκέπτες του μουσείου θα έχουν την ευκαιρία να αναβιώσουν την καθημερινότητα της λειτουργίας ενός εργοστασίου που λειτουργούσε αδιάλειπτα για περίπου 130 χρόνια. Το εργοστάσιο  που υπήρξε «ατμομηχανή» ανάπτυξης για την τοπική κοινωνία των Αθηνών και που σήμερα θεωρείται ένα από τα καλύτερα διατηρητέα στην Ευρώπη «ξαναζωντανεύει» και σας προσκαλεί να το ανακαλύψετε.
Αυθεντικά αντικείμενα, μηχανήματα, πλούσιο φωτογραφικό υλικό, ηχητικά ντοκουμέντα και βιντεοπροβολές διηγούνται την πολύχρονη ιστορία του. Κάντε επομένως έναν μουσειολογικό περίπατο γεμάτο εικόνες μιας «άλλης» εποχής. Περιηγηθείτε στις εγκαταστάσεις του και παρακολουθήστε τη γραμμή παραγωγής του φωταερίου. Ανακαλύψτε τη βιομηχανική κληρονομιά και τη βιομηχανική αρχαιολογία της εποχής. Περπατήστε μπροστά από τα μεγάλα καζάνια, τις επιβλητικές καμινάδες και τους θεόρατους φούρνους. Ζήστε το τεχνολογικό θαύμα μιας άλλης εποχής. Γνωρίστε το επιχειρηματικό πνεύμα των ανθρώπων του 19ου αιώνα. Εμπλουτίστε τις γνώσεις σας για τις παλαιές μορφές ενέργειας. Καλωσήρθατε στο πρώτο βιομηχανικό μουσείο της πόλης, ένα  μνημείο πολιτισμού, γεμάτο εικόνες, συναισθήματα γνώσεις, αλλά και ιστορία.
Το εργοστάσιο αφηγείται τη δική του ιστορία...
f17keramari2Το εργοστάσιο φωταερίου της Αθήνας ιδρύθηκε το 1857, τρία δηλαδή χρόνια μετά το μεταξουργείο Δουρούτη κατόπιν βασιλικού διατάγματος του Όθωνα. Με το διάταγμα αυτό παραχωρήθηκε στο Γάλλο επιχειρηματία Φραγκίσκο Φεράλδη το δικαίωμα να κτίσει και να λειτουργήσει εργοστάσιο φωταερίου και να κατασκευάσει το δίκτυο δημόσιου φωτισμού της πρωτεύουσας του νεοσύστατου τότε Ελληνικού κράτους. Οι δύο αυτές πρώτες βιομηχανίες της Αθήνας επρόκειτο να καθορίσουν  την πολεοδομική και οικονομική ανάπτυξη της πόλης. Από τα εν λόγω εργοστάσια πήραν μάλιστα το όνομα τους δύο από τις πιο πυκνοκατοικημένες συνοικίες της πρωτεύουσας, το Μεταξουργείο και το Γκάζι.
Το εργοστάσιο φωταερίου υπήρξε η πρώτη μονάδα παραγωγής ενέργειας στην χώρα. Η θέση του οδήγησε στην περαιτέρω ανάπτυξη της οδού Πειραιώς και στην μετεξέλιξη της ευρύτερης περιοχής σε μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές ζώνες της πόλης. Προσέδωσε, δίχως άλλο, στην πόλη το χαρακτήρα της σύγχρονης, οικονομικά ανεξάρτητης πόλης, κατά τα πρότυπα των μεγάλων και ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών πόλεων της εποχής.
f17keramari3
H ιστορία του εργοστασίου χωρίζεται σε πέντε διακριτές φάσεις :
  • Ίδρυση και πρώτη περίοδος λειτουργίας (1862-1887): το 1862  δημιουργήθηκαν οι πρώτες εγκαταστάσεις όπως οι υδατοδεξαμενές, οι καμινάδες, η αίθουσα καθαρισμού και οι αποθήκευτικοί χώροι. Παράλληλα, τοποθετήθηκαν μηχανήματα, όπως οι κλίβανοι απόσταξης και τα αεριοφυλάκια. Κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας του εργοστασίου, το φωταέριο κάλυπτε κυρίως τις ανάγκες του δημόσιου φωτισμού.
  • Επέκταση εργοστασίου και δικτύου κατανάλωσης (1887-1920): κατά την φάση αυτή διεύρυνεται το δικτύο παροχής φωταερίου. Εκτός από τις λάμπες φωτισμού των δρόμων, σπίτια και βιομηχανίες προστίθενται στο δίκτυο και συγκροτούν το πελατολόγιο του εργοστασίου. Ανεγείρεται ακόμη νέα καμινάδα, επιπλέον σειρά φούρνων, δύο αεριοφυλάκια, καθώς και κτίρια για την εξυπηρέτηση των εργαζομένων.
  • Το εργοστάσιο ως δημοτική επιχείρηση (1920-1952): μετά τη λήξη του συμβολαίου της γαλλικής εταιρίας (1938) το εργοστάσιο περιέρχεται στο Δήμο Αθηναίων ως δημοτική επιχείρηση. Εισάγεται η γερμανική τεχνολογία για τη βελτίωση της ποιότητας του αερίου. Προστίθεται επίσης νέα μονάδα παραγωγής υδαταερίου και τρίτη καμινάδα.
  • Η εποχή της ΔΕΦΑ (1952-1984): το 1952 ιδρύεται η Δημοτική Επιχείρηση Φωταερίου Αθηνών (ΔΕΦΑ). Παρά την οικοδομική ανάπτυξη που βιώνει η Αθήνα τη δεκαετία του 1960 και τις συνεχείς προσπάθειες ανασυγκρότησης που γίνονται, το εργοστάσιο υπολειτουργεί, καθώς η μορφή ενέργειας που παράγει θεωρείται αναχρονιστική και κοστοβόρα. Ήδη, η ηλεκτρική ενέργεια αρχίζει να επεκτείνεται ενώ το δίκτυο κατανάλωσης φωταερίου συρρικνώνεται. Το 1983 διακόπτεται σταδιακά η διαδικασία παραγωγής αερίου από λιθάνθρακα και το δίκτυο ενώνεται με τα Ελληνικά Διυλιστήρια Ασπροπύργου, όπου καθιερώνεται η παραγωγή φωταερίου με την τεχνολογία της νάφθας. Το εργοστάσιο κλείνει οριστικά τον Αύγουστο του 1984, καθώς η λειτουργία του θεωρήθηκε πλέον ακατάλληλη εξαιτίας της ρύπανσης που προκαλούσε τόσο στην ευρύτερη περιοχή, όσο και σε όλη την πόλη της Αθήνας.
  • Ανάπλαση και δημιουργία του Βιομηχανικού Αρχαιολογικού Πάρκου (1984-2004): στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησαν από το δήμο Αθηναίων οι πρώτες μελέτες για την αποκατάσταση, την αξιοποίηση και επανάχρηση των παλαιών εγκαταστάσεων. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Ένα φιλόδοξο εγχείρημα υλοποιείται...
Το 2011 η νέα διοίκηση της «Τεχνόπολης» ανέλαβε το φιλόδοξο έργο της δημιουργίας «Βιομηχανικού Μουσείου Φωταερίου». Το έργο υλοποίησης ανατέθηκε σε μια ομάδα  επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων όπως μουσειολόγους, ιστορικούς, μηχανολόγους μηχανικούς αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς, συντηρητές. Ένα χρόνο μετά, το παλαιό εργοστάσιο φωταερίου ανοίγει τους χώρους του στο κοινό και παρουσιάζει την «ιστορία» του για πρώτη φορά.  Στόχος της διοίκησης της «Τεχνόπολις»  είναι να διαφυλάξει και να αναδείξει την ιστορία και την τεχνολογία του παλαιού εργοστασίου φωταερίου.



Χρήσιμες πληροφορίες

Τοποθεσία: «Τεχνόπολις» Δήμου Αθηναίων: Πειραιώς 100, Γκάζι

Πρόσβαση:

  • Με μετρό: Σταθμός «Κεραμεικός», Τρόλεï: No. 21 (από Ομόνοια), Στάση «Παλαιά Αγορά»
  • Λεωφορεία: 035, 049, 811, 838, 914, Β18, Γ18, 731, 031, Στάση «Παλαιά Αγορά»

Τηλέφωνα: 210 3475518, 210 3453548


Email:




Τιμή εισιτηρίου: Η είσοδος την ημέρα των εγκαινίων θα είναι ελεύθερη ενώ μετά τις 28/1 η τιμή εισόδου θα είναι 1€


Ένας «μεγάλος περίπατος» στους λόφους και στους Δήμους της αρχαίας Αθήνας.

Γράφει η Χριστίνα Χαραλαμποπούλου,
Διεθνολόγος
 Athens panorama from Pnyx
Η ιδέα για μία περιήγηση στα «μονοπάτια» της αρχαίας Αθήνας και η παράλληλη αποτύπωσή της σε ένα άρθρο, ήταν μία ιδιαιτέρως ευχάριστη πρόκληση. Ξεκινήσαμε με τη συνάδελφο Κατερίνα μία χειμωνιάτικη λιακάδα, μία ημέρα από αυτές που ανήκουν στις αλκυονίδες, για να «κλέψουμε» μία στιγμή από τα άδυτα της ιστορίας η οποία τυλίγεται με το πέπλο της μυθολογίας.
Αποβιβαστήκαμε στη στάση Θησείο και ανηφορίσαμε αργά αργά στην λιθόστρωτη οδό Αποστόλου Παύλου. Το τοπίο ονειρικό: το βραχώδες στοιχείο σε απόλυτη αρμονία με τις ασημοπράσινες ελιές. Η Αποστόλου Παύλου αποτελεί πολεοδομικό σχέδιο των αρχιτεκτόνων Κλεάνθους και Σάουμπερτ (1833) το οποίο, όμως, μπήκε σε εφαρμογή και διαμορφώθηκε από τον πρώην δήμαρχο Αντώνη Τρίτση. Είναι σημαντικότατης αξίας έργο, ιδίως αν αναλογοστεί κανείς ότι αποτελεί τον συνδετικό κρίκο για τον Κεραμεικό, την αρχαία Αγορά, τους λόφους των Νυμφών (Πνυκός) και των Μουσών (Φιλοπάππου), τον Άρειο Πάγο, την Ακρόπολη, το Διονυσιακό θέατρο και την Παριλίσσια περιοχή (Ολυμπιείο). Ενώ παράλληλα παρέχει πρόσβαση στο Ηρώδειο και στο νέο Μουσείο Ακρόπολης.
Στο δεξί μας χέρι αντικρύζουμε το ιερό του Πανός αλλά και τη Κρήνη Πνύκας «Καλιρρόη». Προχωρώντας συναντάμε την οδό Διονυσίου Αρεοπαγείτου. Βρισκόμενες εν τη μέσει των δύο δρόμων, αποφασίζουμε να συνεχίσουμε την Αποστόλου Παύλου και να εξερευνήσουμε τον λόφο Φιλοπάππου ή αλλιώς Μουσών ή Σέγγιο. Στην κορυφή του, εδράζεται το μνημείο του Φιλοπάππου, ο οποίος ήταν Ρωμαίος Ύπατος και το ανήγειρε. Επίσης, ήταν ο ίδιος που «βάφτισε» τον ομώνυμο λόφο. Σε μικρή απόσταση στην αριστερή μας πλευρά υπάρχουν οι φυλακές Σωκράτους. Ξαποστάσαμε για λίγο στα παγκάκια απέναντι από τη φυλακή του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου προσπαθώντας να φέρουμε στο μυαλό μας όλες εκείνες τις εικόνες που είχαν διαδραματιστεί σε αυτό το σημείο. Βέβαια, ερευνώντας αργότερα διαπίστωσα ότι δεν είναι επιβεβαιωμένο ότι ο χώρος αυτός αποτελούσε φυλακή του Αρείου Πάγου.
Συνεχίζοντας τη χειμωνιάτικη περιπετειά μας, φτάσαμε σε έναν πραγματικά μαγευτικό παρεκκλήσι: τον Άγιο Δημήτριο Λουμπαρδιάρη. Ένας ναός σε απόλυτη ισορροπία με τη φύση. Το παρεκκλήσι αναστυλώθηκε από τον Δημήτριο Πικιώνη το 1955 κατά τη διάρκεια της οποίας, ήρθαν στο φως τοιχογραφίες του 1735. Πολλοί από εσάς, ίσως αναρωτιέστε τι σημαίνει το προσωνύμιο Λουμπαρδιάρης. Υπάρχουν δύο εξηγήσεις : η μία υποστηρίζει ότι τον 17ο αιώνα, ο Τούρκος Φρούραρχος Γιουσούφ Αγάς είχε τοποθετήσει μια λουμπάρδα, δηλαδή κανόνι, προκειμένου στην γιορτή του Αγίου Δημητρίου(26η Οκτώβρη) να ανατινάξει και το ναό αλλά και τους πιστούς που θα συνέρρεαν για να προσκυνήσουν. Όμως, αυτή του η βούληση δεν πραγματοποιήθηκε διότι, σύμφωνα πάντα με τη παράδοση, ένας κεραυνός θανάτωσε τον Γιουσούφ Αγά και την οικογενειά του. Η άλλη εξιστόρηση λέει ότι ένα κανόνι ανατινάχθηκε με αποτέλεσμα η είσοδος του ναού να καταστραφεί.
Εν συνεχεία, ελήφθη η απόφαση: θα πηγαίναμε να δούμε το μέρος στο οποίο λαμβάνονταν οι αποφάσεις στην Αρχαία Αθήνα, την Πνύκα. Στην Πνύκα συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου προκειμένου να βρεθούν λύσεις και να προχωρήσουν σε δράσεις για όλα τα σημαντικά ζητήματα που τους ενδιέφεραν, μέσω του διαλόγου. Αποτελούσε μία ανοικτή συνέλευση στους αποκλειστικά Αθηναίους (γνήσιοι Αθηναίοι) άνδρες πολίτες άνω των 18 ετών. Το εύρος της ενασχόλησης της Εκκλησίας του Δήμου τεράστιο: από τα πιο απλά ζητήματα μέχρι τη λήψη απόφασης για προσφυγή σε πόλεμο ή εκλογή ανωτάτων αξιωματούχων. Θεσπίστηκε από τον Σόλωνα το 594 π.Χ και φυλασσόταν από τους Σκύθες οι οποίοι είχαν το ρόλο της αστυνομίας. Ήταν σκλάβοι και έπαιρναν εντολές από την Πρυτανεία προκειμένου να διασφαλίζεται η τάξη στις συνεδριάσεις αλλά και στους δημόσιους χώρους όπως τα θέατρα, τα δικαστήρια και τη Βουλή. Στο βήμα της Εκκλησίας του Δήμου, όποιος ανέβαινε φορούσε στα μαλλιά του στεφάνι μυρτιάς, σύμβολο ότι αυτός που μιλάει ενδιαφέρεται αποκλειστικά για το κοινό συμφέρον. Διαχειριστική αρχή των θεμάτων αλλά και υπεύθυνη της ημερήσιας διάταξης της εκκλησίας του Δήμου, ήταν η Βουλή.
Αφού περάσαμε το αστεροσκοπίο της Πνύκας και απολαύσαμε την υπέροχη θέα του Λυκαβηττού απέναντι και στα δεξιά της Ακρόπολης, μείναμε άφωνες από το δέος στην όψη της Πνύκας, την εστία της δημόσιας διαβούλευσης. Το «βήμα του ρήτορος» τοποθετημένο στο εμπρόσθιο μέρος του ξέφωτου, ώστε να είναι προσβάσιμο οπτικά από όλους. Χιλιάδες σκέψεις διαχύθηκαν στον χώρο και οι αναπολήσεις πήραν τη θέση τους στο μνημειώδες σκηνικό.
Στην επιστροφή, κατηφορίζοντας αναλογιζόμουν όλες τις προσλαμβάνουσες από τον μεγάλο μας περίπατο. Ένιωσα γεμάτη, προπαντός ήρεμη –συναίσθημα τόσο σπάνιο σε μία τόσο δύσκολη εποχή- και έτοιμη να συνεχίσω την ημέρα μου γεμάτη αισιοδοξία. Αυτό το ταξίδι στο παρελθόν, είχε και έντονο εποικοδομητικό χαρακτήρα, γιατί πρέπει να παραδεχτώ ότι αν και ζω στην Αθήνα δεν είχα επισκεφθεί πολλά από αυτά που είχα την τύχη να γνωρίσω εκείνο το χειμωνιάτικο μεσημέρι. Ένα είναι το σίγουρο, ότι θα το επαναλάβω σίγουρα και σύντομα μάλιστα αλλά αυτή τη φορά εφοδιασμένη με όλα τα κατάλληλα μέσα για ένα επιτυχημένο πικ-νικ –τραπεζομάντηλο, φαγητό και καλό κρασί-και φυσικά καλή παρέα! Ακόμα εδώ είστε;

Πηγές :

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013


Μάνος Χατζιδάκις (1925-1994)
 
αναδημοσίευση από http://socialactivism.gr
Γράφει η Χριστίνα Ν. Χαραλαμποπούλου
Διεθνολόγος

«Εγώ αθεράπευτα πιστός σ’ αυτόν τον δρόμο θα ξαγρυπνήσω ως το πρωί για να μαζέψω τα καινούρια όνειρα που θα γεννήσετε. Να τα φυλάξω και να σας τα ξαναδώσω μια άλλη φορά, πάλι σε μουσική. Καληνύχτα …» [Μάνος Χατζιδάκις, επίλογος από την Οδό Ονείρων]
Ορμώμενη από την επέτειο γέννησης του Μάνου Χατζιδάκι, την 23η του Οκτώβρη, θα επιχειρήσω να τοποθετήσω κι εγώ ένα μικρό κειμενάκι στα «πόδια» του μεγαλύτερου Έλληνα μουσουργού αλλά και ποιητή. Ας με συγχωρέσει αν φανώ ανεπαρκής. Άλλωστε, είναι λογικό να συμβεί κάτι τέτοιο.
Όταν ακούει κάποιος Χατζιδάκι, γεννιέται αυτομάτως μέσα του η επιθυμία να γίνει καλύτερος άνθρωπος. Ξαφνικά, η μουσική ξεφεύγει από την αίσθηση της ακοής και όλες οι αισθήσεις παρασύρονται στο τρελό ρυθμό των χρωμάτων. Μια γλυκιά ανατριχίλα διαπερνά το κορμί και άξαφνα εκτινάσσεσαι στα αστέρια, εκεί όπου εάν κοιτάξεις προς τα κάτω αντιλαμβάνεσαι την ολότητα των πραγμάτων. Η μουσική του, ταξίδι σε μεταφυσική διάσταση.
Πρωτοαντίκρισε αυτό τον κόσμο το 1925, και όπως ο ίδιος περιγράφει στο βιογραφικό του σε πρώτο πρόσωπο «Σαν άνοιξα τα μάτια μου είδα με απορία πολύ κόσμο να περιμένει την εμφάνισή μου».
Δε θα ήθελα να σπαταλήσω αυτές τις αράδες με στείρες βιογραφικές πληροφορίες. Δεν είναι αυτό για μένα ο Μάνος. Μέσα από τα μάτια του βλέπουμε την ομορφιά του κόσμου, αφουγκραζόμαστε τους πρώτους ήχους της μουσικής της ζωής μας «εν Φαντασία και Λόγω»[1].
Κατορθώνει να κάνει βουτιά στο υποσυνείδητο, να παλέψει με «τα παιδιά κάτω στον κάμπο» και να βγει αλώβητος, αγνός και καθαγιασμένος.
Άνθρωπος που δε φοβήθηκε πότε ούτε την εργασία, ούτε τις αισχρές και άνανδρες επιθέσεις που δέχθηκε από τον κίτρινο τύπο, κυρίως από την Αυριανή. Πολυτάλαντος και πολυπράγμων, σφραγίστηκε από τη γενιά του Μεσοπολέμου, από τον Γκάτσο, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Τσαρούχη και τον Σικελιανό. Η φιλία του με τον Γκάτσο είναι καθοριστική. Ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις, άλλωστε, πέρασε το ρεύμα του υπερρεαλισμού σε ευρύτερα στρώματα. Έργο-σταθμός αποτελεί η «Αμοργός», σε ποίηση Νίκου Γκάτσου και μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Ακόμη και σήμερα, ασυναίσθητα όταν περνάω έξω από το Ζόναρς, γυρίζω να κοιτάξω μέσα στο πλήθος μήπως και τους δω να κάθονται στο τραπέζι τους και να συζητούν..
Συνειδητοποιημένος πολίτης με ανησυχίες που δε ναρκώνονταν ποτέ, και με ενεργή παρουσία στα δημόσια πράγματα είτε μέσω της μουσικής του είτε μέσω του Τρίτου Προγράμματος είτε με τη συγγραφική και ποιητική του δραστηριότητα. Κατόπιν της δαιδαλώδους πορείας του, στις 15 Ιουνίου του 1994, τα παιδικά του μάτια σφάλισαν για πάντα, όμως, η μουσική που δημιούργησε και το έργο που μας άφησε θα κυματίζει στην «αθανασία», την «ομορφονιά» που μπόρεσε να κατακτήσει.
Καλύτερα, όμως, να δώσουμε το λόγο στον ίδιο, που με ένα απόσπασμα από τα σχόλια του Τρίτου Προγράμματος που αποδεικνύει την διαχρονικότητά του.
Καληνύχτα Μάνο, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ...

«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει [...] Η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά [...] Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, ή συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πως πρέπει, του πως οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε; Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε... γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε…».

«Ο Frankenstein έγινε πόστερ και στολίζει το δωμάτιο ενός όμορφου αγοριού. Το αγόρι ονομάζεται Πινοσέτ ή Βιντέλλα, κι ολομόναχο χορεύει με πάθος ένα tango ελλειπτικό. Δεν υπάρχει μουσική, ούτε τραγουδιστής από κοντά. Μονάχα ένας ρυθμός ατέλειωτος και αριθμοί. Χίλιοι, πεντακόσιοι, πέντε χιλιάδες, δέκα, εκατό χιλιάδες, αριθμοί όχι εντελώς αποσαφηνισμένοι των εξαφανισθέντων, βασανισθέντων και νεκρών. Και το tango να συνεχίζεται, το δε ποδόσφαιρο στις φάσεις του, να κόβει την αναπνοή εκατομμυρίων θεατών επί της γης. Εκατομμύρια περισσότεροι απ’ όσους εννοούνε ν’ αντιδράσουνε στο τέρας, και εξαφανίζονται μες σε χαντάκια, σε ρεματιές ή στις αγροτικές ερημιές.
Από την ώρα που ο Frankenstein γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, o κόσμος προχωράει μαθηματικά στην εκμηδένιση του. Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται, αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται.
Κι εγώ με τη σειρά μου δεν φοβάμαι τίποτα περισσότερο, απ’ το μυαλό της κότας. Απ’ το να υποχρεωθώ να συνομιλήσω με μια κότα ή μ’ ένα σκύλο, ή τέλος πάντων, μ’ ένα ζώο δυνατό πού βρυχάται. Τί να τους πω και πώς να τους το πω; Και μήπως δεν είναι εξευτελισμός, αν επιχειρήσω να μεταφράσω ή να καλύψω τις σκέψεις μου, κάτω από φράσεις απλοϊκές και ηλίθια νοήματα, για να καθησυχάσω τυχόν τη φιλυποψία μιας κότας, που όμως έχει άνωθεν τοποθετηθεί για να μας ελέγχει και να μας καθοδηγεί;
Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, ή συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πώς πρέπει, του πώς οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε;
Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοήθα να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος, που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά.
Το τέρας σχηματίζεται από τα ζώα κι απ’ τους εχθρούς.
Θα σας θυμίσω μια συνομιλία τότε, μέσα στη τάξη του σχολείου. Με πλησιάζει ένας ψηλός συμμαθητής, μ’ ένα δυσάρεστο έκζεμα στο δέρμα του προσώπου του, στραβή τη μύτη και ξεθωριασμένα τα μαλλιά του, ακατάστατα. Ήταν η πρώτη μέρα της σχολικής χρονιάς.
- Πώς λέγεσαι, ρωτάει, ενώ πλάι του είχαν σταθεί αμίλητοι δυο άλλοι, δικοί του φίλοι.
- Βασίλης, του απαντώ.
- Και που μένεις, εκείνος εξακολουθεί.
- Πάνω στο λόφο, του λέω και τον κοιτώ στα μάτια. Εκείνος χαμογέλασε κι άφησε να φανούν τα χαλασμένα δόντια του. Μου λέει:
- Εγώ μένω στην απέναντι όχθη. Είσαι λοιπόν εχθρός. Και μου δίνει μια στο κεφάλι με το χέρι του, που με πονάει ακόμα τώρα σαν το θυμηθώ. Τον κοιτάζω έτοιμος να κλάψω. Μα συγκρατιέμαι. Αυτός σκάει στα γέλια και χάνεται. Προς το παρόν. Γιατί θα τον ξαναδώ: Εισπράκτορα, εκπαιδευτή στο στρατό, τηλεγραφητή, κλητήρα στο υπουργείο, αστυνόμο, μουσικό στην ορχήστρα, παπά στην ενορία, συγκάτοικο στην πολυκατοικία, γιατρό σε κρατικό νοσοκομείο και τέλος νεκροθάφτη, όταν πετύχει να με θάψει.
Η μορφή του τέρατος είναι πολύχρωμη. Χιλιάδες φωτεινές επιγραφές με άθλια ονόματα καλλιτεχνών, συλλόγων και εταιριών αυτοκινήτων, στοιβάζονται στην οπτική περιοχή των περαστικών, που επιζητούν να σπάσουν τα πολύχρωμα λαμπιόνια για να μπουν μέσα να προφυλαχτούν από τις πόρνες, τα νοσοκομειακά αυτοκίνητα και τις για πάντα ασύλληπτες υπερηχητικές μοτοσικλέτες. Προχτές, έτσι για κέφι, αναποδογύρισα μια λεωφόρο ασφαλτοστρωμένη, και την είδα πάνω μου, να ξετυλίγεται επικίνδυνα προς την απόλυτη ερημιά της θάλασσας. Ζήτησα να επανέλθω στη όρθιά μου στάση, επί της λεωφόρου, αλλά είχε ξημερώσει στο μεταξύ και η εφαρμογή του Οδικού μας Κώδικα δεν μου επέτρεπε την επαναφορά της λεωφόρου στην αρχική της θέση. Έτσι, η μεν λεωφόρος παρέμεινε μετέωρος, κι εγώ, επέστρεψα στο σπίτι μου πεζή.
Το τέρας είχε αρχίσει να κυκλοφορεί. Οι οδοκαθαριστές άρχιζαν την παράσταση τους με Shakespeare, Schiller και Αισχύλο, μια και ανήκουν δικαιωματικά στο υπουργείο Πολιτισμού. Χορός από τραβεστί, ψάλλει τα χορικά του Θεοδωράκη και αποσύρεται εις τας μικράς οδούς, χορεύοντας συρτάκι. Τουρίστες Γάλλοι, Άγγλοι κι Ελβετοί παρακολουθούν κι ανατριχιάζουν μπρος σ’ αυτό το παραδοσιακό μας μεγαλείο. Και τρέχουνε στις τράπεζες ν’ αλλάξουνε συνάλλαγμα. Το τέρας γίνεται γελοίο και κυκλοφορεί ανενόχλητο από Ωδείο σε Ωδείο. Η κλασική μας Μουσική γίνεται Μαγειρείο. Κι όλος ο κόσμος απαιτεί επιδόματα ειδικά από το Δημόσιο Ταμείο. Το ερώτημα περνάει απ’ τις ηλεκτρικές εφημερίδες της κεντρικής πλατείας. Πώς θ’ αντιδράσουμε και πώς δε θα συμβιβαστούμε με το τέρας;
Θυμάστε τι έγινε στην "Ερωφίλη", από την προηγούμενη φορά. Ο κόσμος της είχε για βασικές αξίες, το ήθος, την αλήθεια και την ομορφιά. Κι έτσι, όταν παρουσιαζότανε η μορφή ενός τέρατος, αναστάτωνε το κοινό αίσθημα εκ βαθέων, και προκαλούσε απρόσμενη, άμεση και καθοριστική αντίδραση. Μόλις ο Βασιλιάς έβγαλε τον μανδύα του μεγαλείου του και το προσωπείο του αγαθού αρχηγού πατέρα, κι εφάνη στο πρόσωπο του η μορφή του τέρατος, με τον διαμελισμό του Πανάρετου, ο Χορός, από γυναίκες, ορμά πάνω του, τον ποδοπατά, τον θανατώνει και τον εξαφανίζει.
Αυτό σημαίνει πως ο χορός των γυναικών αυτών, και δεν φοβήθηκε, αλλά και πως δεν θα μπορούσε ποτέ να μοιάσει με το πρόσωπο του τέρατος.»

Κυριακή, 30 Ιουλίου 1978
Από το βιβλίο «Τα Σχόλια του Τρίτου», Εκδόσεις Εξάντας, 1980
 


[1]  Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου· ποιητού εν Kομμαγηνή· 595 μ.X, Κωνσταντίνος Καβάφης.
Ο ηλιοπότης Ελύτης
                                                                                           αναδημοσίευση από http://socialactivism.gr
Γράφει η Χριστίνα Ν. Χαραλαμποπούλου
Διεθνολόγος
 
 
Ο τίτλος του αφιερώματος προέρχεται από τη διάλεξη της Λιλής Ζωγράφου στο Θέατρο Κάβα του Ν. Χατζίσκου, με αυτό τον τίτλο, προσφορά στην επέτειο των 60 χρόνων του ποιητή.
«Και χρωστάμε στη διάρκεια μιας λάμψης την πιθανή ευτυχία μας»
Οδυσσέας Ελύτης, Ο μικρός Ναυτίλος.
teyxos6-xaralampopoulou-1
Κάτω από το σκοτεινό πέπλο των καιρών μας η ανάγκη για ένα «μικρό ναυτίλο», ο οποίος θα μας οδηγήσει στο φως, είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Πριν από 101 χρόνια, στις 2 του Νοέμβρη, ένας τέτοιος ναυτίλος ήρθε στην ζωή: ο Οδυσσέας Ελύτης. Την ώρα που η ροδομάγουλη αυγή έκανε την παρουσία της, ο Ελύτης αντίκρισε για πρώτη φορά το φως της ελληνικής γης που τόσο έμελλε να τον σημαδέψει και να τον εμπνεύσει. Ανδρώθηκε κάτω από το ασημοπράσινο χρώμα της ελιάς και αφουγκράστηκε με ευλάβεια τους ήχους του Αιγαίου. Μαγεύτηκε από την «τρελή ροδιά » και την αναζήτησε σαν παιδί για να διαπιστώσει αν «είναι αυτή που μάχεται τη συννεφιά του κόσμου».
Γεννημένος στο Ηράκλειο της Κρήτης, ήταν καρπός του Παναγιώτη και της Μαρίας Αλεπουδέλη. Αν και οι δύο του γονείς κατάγονταν από τη Λέσβο, εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη το 1895 λόγω της δημιουργίας του οικογενειακού εργοστασίου σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας στο Ηράκλειο. Το 1914, όλη η οικογένεια μετοικεί στην Αθήνα λόγω της μεταφοράς των εργοστασίων στον Πειραιά.
Η οικογένεια Αλεπουδέλη διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ο οποίος φιλοξενείται αρκετές φορές στην κατοικία τους στο Ακλείδι της Λέσβου. Τα καλοκαίρια του Οδυσσέα είναι πλημμυρισμένη από φως και ταξίδια. Από το 1919, ο Ελύτης με την οικογένειά του αρχίζει να περνά τα καλοκαίρια του στις Σπέτσες, μέρος φορτισμένο από τις μνήμες του Αγώνα του 1821.
Στα 19 του χρόνια, επιτυγχάνει στη Νομική σχολή την οποία όμως δεν ολοκληρώνει ποτέ. Το 1935 έρχεται σε επαφή με τον υπερρεαλισμό και με τον Ανδρέα Εμπειρίκο ο οποίος μόλις έχει εκδώσει την Υψικάμινο. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινά μία φιλία που θα διαρκέσει μέχρι το τέλος της ζωής τους. Η σχέση ζωής που αναπτύσσεται ανάμεσά τους αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο Ελύτης είναι εκείνος οποίος το 1947 παντρεύει τον Εμπειρίκο με την Βιβίκα Ζήση, ενώ το 1958 στη Μονή Πετράκη γίνεται πνευματικός πατέρας του γιου του Εμπειρίκου, Λεωνίδα. Ο Ελύτης στα Ανοιχτά Χαρτιά λέει χαρακτηριστικά για τον Εμπειρίκο «...ο μεγάλης αντοχής αθλητής της φαντασίας, με γήπεδο την οικουμένη ολόκληρη και διασκελισμό τον Έρωτα. Το έργο του, κάθε του καινούργιο έργο, ζωσμένο από ένα μικρό ουράνιο τόξο, είναι μια υπόσχεση προς την ανθρωπότητα, μια δωρεά που αν δεν την κρατούν ακόμα όλοι στα χέρια τους είναι αποκλειστικά και μόνον από δική τους αναξιότητα» Το Πάσχα του 1935, ο Εμπειρίκος φιλοξενείται από τον Ελύτη στο κτήμα του Ακλειδίου.
 teyxos6-xaralampopoulou-2
Ο Οδυσσέας Ελύτης με τον Ανδρέα Εμπειρίκο. [Πηγή: LiFO]
 Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, ο Ελύτης παρευρίσκεται σε μία συγκέντρωση του περιοδικού των Νέων Γραμμάτων (1935-1944) στο σπίτι του ποιητή και διευθυντή του περιοδικού, Κατσίμπαλη στην οποία είναι παρόντες ο Σεφέρης, ο Θεοτοκάς και ο Νικολαρεϊζης προκειμένου να έχουν μία πρώτη επαφή με τον ίδιο αλλά και με την ποίησή του. Εκεί, τα ποιήματά του περνούν στα χέρια του ιδιαίτερου ακροατηρίου του, οι οποίοι με μυστικότητα τα στοιχειοθετούν και τα παρουσιάζουν με το ψευδώνυμο Οδυσσέας Βρανάς, το πατρικό όνομα της μητέρας του. Παρόλο που ο Ελύτης αντέδρασε σε αυτή την πρακτική αρχικά, τελικά δέχεται να δημοσιευθούν τα ποιήματά του με άλλο ψευδώνυμο όμως, αυτό που τον καθιέρωσε, Οδυσσέας Ελύτης.
Και ενώ ο πόλεμος σφυροκοπά ήδη την υπόλοιπη Ευρώπη, στις 28 Οκτωβρίου του 1940, ο Ελύτης κατατάσσεται ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση του Στρατηγείου του Ά Σώματος Στρατού. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, ο Ελύτης στέλνεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Το Φεβρουάριο του 1941, η υγεία του κλονίζεται και η ζωή του απειλείται εξαιτίας ενός βαρέως κρούσματος κοιλιακού τύφου το οποίο τον στέλνει αρχικά στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων και τελικά καταλήγει μέσα από πολλές αντιξοότητες στην Αθήνα.
 teyxos6-xaralampopoulou-3
Ο Οδυσσέας Ελύτης στη μέση. Πόλεμος του '40. Δέλβινο. [2]
Το 1948, μετά από αλλεπάλληλες προσπάθειες για να του χορηγηθεί διαβατήριο, το Υπουργικό Συμβούλιο του παρέχει διπλωματικό διαβατήριο και έτσι στις 23 Μαρτίου βρίσκεται στη Γαλλική πρωτεύουσα. Στο Παρίσι, έρχεται σε επαφή με ανθρώπους-ορόσημα όπως τον Breton, Joan Miro, Terriade, Picasso, Matisse, Giacometti, Sartre, Camus, jean Genet και πολλούς άλλους. Εν τω μεταξύ, έχει προηγηθεί στον ελλαδικό χώρο η γνωριμία του με τον Γκάτσο, τον Σικελιανό, τον Eluard και τον Merlier. Στα ανοιχτά χαρτιά ο Οδυσσέας Ελύτης περιγράφει χαρακτηριστικά «Ένα ταξίδι που θα μ’ έφερνε πιο κοντά στις πηγές της μοντέρνας τέχνης, συλλογιζόμουνα. Χωρίς να λογαριάζω ότι θα μ’ έφερνε συνάμα πολύ κοντά και στις παλιές μου αγάπες, στα κέντρα όπου είχαν δράσει οι πρώτοι Υπερρεαλιστές, στα καφενεία όπου είχαν συζητηθεί τα Μανιφέστα, στη Rue de lOdeon και στην Place Blanche, στο Montparnasse και στο St. Germain des Prés».
teyxos6-xaralampopoulou-4
Ο Οδυσσέας Ελύτης φωτογραφημένος από τον Ανδρέα Εμπειρίκο. Πάρος 1954.

Μετά από τη συνεχιζόμενη άρνηση του Ελληνικού κράτους να ανανεώσει το διαβατήριό του, τελικά το 1950 μετά από απαίτηση του τότε Πρωθυπουργού Πλαστήρα, ο Ελύτης αποκτά διαβατήριο. Το 1951, μετά από μία σειρά «αναζητήσεων» σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, επιστρέφει στα πάτρια εδάφη. Το Μάρτιο του 1960, εκδίδονται το Άξιον Εστί και Έξη και μία Τύψεις. Ενώ στις 22 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους τιμάται με το Ά Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Το 1961, μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη ξεκινά η μελοποίηση του Άξιον Εστί , το οποίο αρχίζει να ηχογραφείται το Μάρτιο του 1964. Το 1963, πραγματοποιείται η ιστορική συνάντηση της επονομαζόμενης «γενιάς του '30», στην οικία του Θεοτοκά, η οποία αποτυπώνεται σε μία φωτογραφία.
teyxos6-xaralampopoulou-5
1979 Επίδαυρος. Ο Οδυσσέας Ελύτης με τον Μίκη Θεοδωράκη και τους Βασίλη και Διονύση Φωτόπουλο. [Φωτογραφία Ν. Αργυρόπουλου]
 teyxos6-xaralampopoulou-6
Γενιά του '30 . Όρθιοι από αριστερά: Θανάσης Πετσάλης, Ηλίας Βενέζης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιώργος Σεφέρης, Ανδρέας Καραντώνης, Στέλιος Ξεφλούδας, Γιώργος Θεοτοκάς. Καθιστοί από αριστερά: Άγγελος Τερζάκης, KT Δημαράς, Γιώργος Κατσίμπαλης, Κοσμάς Πολίτης, Ανδρέας Εμπειρίκος.
Το 1972, εν καιρώ δικτατορίας που ταλανίζει τη χώρα, το καθεστώς θέλει να του απονείμει το «Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας», θεσμός δικής τους επινόησης, με χρηματικό ποσό 1.000.000 δρχ. Ο Ελύτης μη θέλοντας να το αποδεχθεί, κρύβεται προκειμένου να μην πέσει θύμα εκβιασμών.
Το 1979 του απονέμεται μία από τις κορυφαίες διακρίσεις: το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το παραλαμβάνει την δεκάτη μέρα του Δεκεμβρίου από τον Βασιλέα Κάρολο Γουστάβο. Στην αιτιολογία της απόφασης της Ακαδημίας διατυπώθηκε το εξής: «για την ποίησή του, η οποία, με φόντο την ελληνική παράδοση, ζωντανεύει με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική καθαρότητα βλέμματος τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα» [8, σ.277].
 teyxos6-xaralampopoulou-7
Η στιγμή της παραλαβής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας. [2]
Ύστερα από μία μεγάλη πορεία έργου αλλά και πολλών διακρίσεων, που δε θα μπορούσε να γίνει μία εκτεταμένη αναφορά στα πλαίσια αυτού του αφιερώματος εξαιτίας του τεράστιου όγκου τους που θα χρειαζόταν σελίδες και σελίδες για να στολίσουν, η καρδιά του ποιητή του Αιγαίου σταμάτησε στις 18 Μαρτίου του 1996, αφήνοντάς μας ορφανούς με την υπόσχεση όμως να τον αφουγκραζόμαστε μέσα από τους ήχους των κοχυλιών. Πράγματι το έργο του μας καθιστά ικανούς να αντικρίζουμε κάθε εποχή του χρόνου «τον Αύγουστο να λούζεται μες την αστροφεγγιά και από τα γένια του να στάζουν άστρα και γιασεμιά» (Συλλογή: ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, εκδ. Ίκαρος, 1972).
Το Μονόγραμμα Όδυσσέας Ελύτης (1972)  
Θά πενθώ πάντα -- μ’ ακούς; -- γιά σένα,
μόνος, στόν Παράδεισο 
Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές
Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχος
Μιά στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός 
Πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι 
Θά παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Καί θά χτυπήσει τόν κόσμο η αθωότητα
Μέ τό δριμύ του μαύρου του θανάτου.
ΙΙ.
Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τά χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’ άλλα πού πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια 
Μιλημένα τά σώματα καί οί βάρκες πού έκρουσαν γλυκά
Οί κιθάρες πού αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τά "πίστεψέ με" και τα "μή"
Μιά στόν αέρα, μιά στή μουσική 
Τα δυό μικρά ζώα, τά χέρια μας
Πού γύρευαν ν’ ανέβουνε κρυφά τό ένα στό άλλο
Η γλάστρα μέ τό δροσαχί στίς ανοιχτές αυλόπορτες
Καί τά κομμάτια οί θάλασσες πού ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’ τίς ξερολιθιές, πίσω άπ’ τούς φράχτες
Τήν ανεμώνα πού κάθισε στό χέρι σού
Κι έτρεμες τρείς φορές τό μώβ τρείς μέρες πάνω από
τούς καταρράχτες 
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Τό ξύλινο δοκάρι καί τό τετράγωνο φαντό
Στόν τοίχο, τή Γοργόνα μέ τά ξέπλεκα μαλλιά
Τή γάτα πού μάς κοίταξε μέσα στά σκοτεινά 
Παιδί μέ τό λιβάνι καί μέ τόν κόκκινο σταυρό
Τήν ώρα πού βραδιάζει στών βράχων τό απλησίαστο
Πενθώ τό ρούχο πού άγγιξα καί μού ήρθε ο κόσμος.
ΙΙΙ.
Έτσι μιλώ γιά σένα καί γιά μένα
Επειδή σ’ αγαπώ καί στήν αγάπη ξέρω
Νά μπαίνω σάν Πανσέληνος
Από παντού, γιά τό μικρό τό πόδι σού μές στ’ αχανή σεντόνια
Νά μαδάω γιασεμιά -- κι έχω τή δύναμη
Αποκοιμισμένη, νά φυσώ νά σέ πηγαίνω
Μές από φεγγαρά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα μέ αράχνες πού ασημίζουμε 
Ακουστά σ’ έχουν τά κύματα
Πώς χαιδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λές ψιθυριστά τό "τί" καί τό "έ"
Τριγύρω στό λαιμό στόν όρμο
Πάντα εμείς τό φώς κι η σκιά 
Πάντα εσύ τ’ αστεράκι καί πάντα εγώ τό σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ τό λιμάνι κι εγώ τό φανάρι τό δεξιά
Τό βρεγμένο μουράγιο καί η λάμψη επάνω στά κουπιά
Ψηλά στό σπίτι μέ τίς κληματίδες
Τά δετά τριαντάφυλλα, καί τό νερό πού κρυώνει
Πάντα εσύ τό πέτρινο άγαλμα καί πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Τό γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας πού τό ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ καί σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ τό νόμισμα καί εγώ η λατρεία πού τό εξαργυρώνει: 
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στόν άνεμο
Τόσο η στάλα στόν αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή 
Πού πιά δέν έχω τίποτε άλλο
Μές στούς τέσσερις τοίχους, τό ταβάνι, τό πάτωμα
Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου
Νά μυρίζω από σένα καί ν’ αγριεύουν οί άνθρωποι
Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’ αλλού φερμένο
Δέν τ’ αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου 
Να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα.
ΙV.
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα, μ’ ακούς
Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό, μ’ ακούς
Μαχαίρι
Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς
Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, μ’ ακούς
Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας, μ’ ακούς
Πού μ’ αφήνεις, πού πάς καί ποιός, μ’ ακούς 
Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’ τούς κατακλυσμούς 
Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
Θά’ ρθει μέρα, μ’ ακούς
Νά μάς θάψουν, κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα, μ’ ακούς
Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά, μ’ ακούς
Τών ανθρώπων
Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει 
Στά νερά ένα ένα, μ’ ακούς
Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ’ ακούς
Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς
Όπου κάποτε οί φιγούρες
Τών Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς
Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ’ ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δέν πάω, μ’ ακούς
Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί, μ’ ακούς 
Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ ακούς
Τής αγάπης
Μιά γιά πάντα τό κόψαμε
Καί δέν γίνεται ν’ ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς
Σ’ άλλη γή, σ’ άλλο αστέρι, μ’ ακούς
Δέν υπάρχει τό χώμα, δέν υπάρχει ο αέρας
Πού αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ ακούς 
Καί κανείς κηπουρός δέν ευτύχησε σ’ άλλους καιρούς 
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς
Μές στή μέση τής θάλασσας
Από το μόνο θέλημα τής αγάπης, μ’ ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ ακούς
Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου, άκου
Ποιός μιλεί στά νερά καί ποιός κλαίει -- ακούς;
Είμ’ εγώ πού φωνάζω κι είμ’ εγώ πού κλαίω, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.
V.
Γιά σένα έχω μιλήσει σέ καιρούς παλιούς
Μέ σοφές παραμάνες καί μ’ αντάρτες απόμαχους
Από τί νά ’ναι πού έχεις τή θλίψη του αγριμιού
Τήν ανταύγεια στό μέτωπο του νερού του τρεμάμενου
Καί γιατί, λέει, νά μέλει κοντά σου νά ’ρθω
Πού δέν θέλω αγάπη αλλά θέλω τόν άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τόν καλπασμό 
Καί γιά σένα κανείς δέν είχε ακούσει
Γιά σένα ούτε τό δίκταμο ούτε τό μανιτάρι
Στά μέρη τ’ αψηλά της Κρήτης τίποτα
Γιά σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός νά μου οδηγεί τό χέρι 
Πιό δω, πιό κεί, προσεχτικά σ’ όλα τό γύρο
Του γιαλού του προσώπου, τούς κόλπους, τά μαλλιά
Στό λόφο κυματίζοντας αριστερά 
Τό σώμα σου στή στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνειας καί του διάφανου
Βυθού, μέσα στό σπίτι μέ τό σκρίνιο τό παλιό
Τίς κίτρινες νταντέλες καί τό κυπαρισσόξυλο
Μόνος νά περιμένω που θά πρωτοφανείς
Ψηλά στό δώμα ή πίσω στίς πλάκες της αυλής
Μέ τ’ άλογο του Αγίου καί τό αυγό της Ανάστασης 
Σάν από μιά τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σέ θέλησε η μικρή ζωή
Νά χωράς στό κεράκι τή στεντόρεια λάμψη τήν ηφαιστειακή 
Πού κανείς νά μήν έχει δεί καί ακούσει
Τίποτα μές στίς ερημιές τά ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στόν αυλόγυρο
Γιά σένα, ούτε η γερόντισσα ν’ όλα της τά βοτάνια 
Γιά σένα μόνο εγώ, μπορεί, καί η μουσική
Πού διώχνω μέσα μου αλλ’ αυτή γυρίζει δυνατότερη
Γιά σένα τό ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Τό στραμμένο στό μέλλον με τόν κρατήρα κόκκινο
Γιά σένα σάν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Πού βρίσκει μές στό σώμα καί πού τρυπάει τή θύμηση
Καί νά τό χώμα, νά τά περιστέρια, νά η αρχαία μας γή.
VI.
Έχω δεί πολλά καί η γή μές’ απ’ τό νού μου φαίνεται ωραιότερη
Ώραιότερη μές στούς χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα
Τά μπλάβα των ισθμών καί οί στέγες μές στά κύματα
Ωραιότερες οί αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τά βουνά
τής θάλασσας 
Έτσι σ’ έχω κοιτάξει πού μου αρκεί
Νά ’χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μές στό αυλάκι που τό πέρασμα σου αφήνει
Σάν δελφίνι πρωτόπειρο ν’ ακολουθεί 
Καί νά παίζει μέ τ’ άσπρο καί τό κυανό η ψυχή μου! 
Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πρίν από τήν αγάπη καί μαζί
Γιά τή ρολογιά καί τό γκιούλ-μπιρσίμι
Πήγαινε, πήγαινε καί ας έχω εγώ χαθεί 
Μόνος καί άς είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί
νεογέννητο
Μόνος, καί ας είμ’ εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα νά σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος, ο αέρας δυνατός καί μόνος τ’ ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στό βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στούς καιρούς τόν Παράδεισο!
VII.
Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα 
Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μές στ’ άπατα μιάν ηχώ
Νά κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ 
Νά σέ βλέπω μισή να περνάς στό νερό
και μισή να σε κλαίω μές στόν Παράδειο.
 
 
 

Πηγές:
  1. Οδυσσέας Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά , Αστερίας, Αθήνα 1974.
  2. Επτά Ημέρες-Καθημερινή, Αφιέρωμα στον Οδυσσέα Ελύτη, Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 1994.
  3. Mario Vitti, «Οδυσσέας Ελύτης: Βιβλιογραφία 1935-1971», συνεργασία Αγγελικής Γαβαθά, Ίκαρος, Αθήνα, 1977.
  4. Κίμων Φράιερ (μφ. Νάσος Βαγενάς), «Άξιον Εστί το τίμημα. Εισαγωγή στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη», Κέδρος 1978.
  5. Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Όροι του λυρισμού στον Οδυσσέα Ελύτη», Κέδρος 1980.
  6. Mario Vitti, «Οδυσσέας Ελύτης. Κριτική μελέτη», Ερμής, Αθήνα 1984.
  7. Αφιέρωμα στον Οδυσσέα Ελύτη, «Γράμματα και Τέχνες», 43-44, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1985.
  8. «Αφιέρωμα Οδυσσέας Ελύτης» , περιοδικό Χάρτης, Τεύχος 21-23, Αθήνα, Νοέμβριος 1986.
  9. Α. Μπελεζίνης, «Ο όψιμος Ελύτης», Ίκαρος, Αθήνα, 1999.
  10. Συλλογικό έργο, «Δεκαέξι κείμενα για το Άξιον Εστί», Ίκαρος, Αθήνα, 2001.
  11. Οδυσσέας Ελύτης, «Αυτοπροσωπογραφία σε λόγο προφορικό», Ύψιλον 2000.